Ο Όσκαρ Σίντλερ ήταν ένας Γερμανός επιχειρηματίας που η μοίρα τον έφερε να γίνει ένα από τα πιο σεβαστά πρόσωπα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν έγινε ποτέ γνωστός σε όλον τον κόσμο παρά μόνο στους κόλπους των Εβραίων που έσωσε κατά εκατοντάδες από τους ναζί.
Πέρασαν χρόνια μέχρι να τον μάθουν όλοι από την περίφημη ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ, «Η λίστα του Σίντλερ». Σε αυτήν περιγράφεται ο αρχικά τυχοδιωκτικός του χαρακτήρας που έκανε τα πάντα για το κέρδος, αλλά κυρίως η μεγάλη του μεταστροφή όταν αποφάσισε ότι οι ζωές αθώων παιδιών, γυναικών και ανδρών που θα τελείωναν σε κάποιο θάλαμο αερίων, αξίζουν πολλά περισσότερα από όλα τα χρήματα του κόσμου.
Και όμως στην πραγματικότητα την περίφημη λίστα που έστελνε στους Γερμανούς, γεμάτη με εκατοντάδες ονόματα πολωνοεβραίων που υποτίθεται ότι του ήταν απαραίτητοι για να συνεχίσει να δουλεύει το εργοστάσιο του – την έγραψε μαζί με την γραμματέα του, την Μίμι Ράινχαρντ.
Εάν δεν υπήρχε η λίστα τουλάχιστον 1200 πολωνοεβραίοι θα πήγαιναν στο «Konzentrationslager Plaszow» (κάτεργο Πλαζόφ) όπου ο τρομερός διοικητής του, Άμον Γκετ, ή θα τους έστελνε στα κρεματόρια, ή θα έκανε εξάσκηση σκοποβολής επάνω τους.
Η γραμματέας
Η γραμματέας του Όσκαρ Σίντλερ, η Μίμι Ράινχαρντ, λοιπόν που συνέταξε τη διάσημη λίστα του Γερμανού βιομηχάνου σώζοντας περισσότερους από 1.000 Εβραίους κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, πέθανε στο Ισραήλ σε ηλικία 107 ετών. Την ανακοίνωση έκανε η ίδια η οικογένειά της.
«Η πολυαγαπημένη και μοναδική μου γιαγιά μόλις πέθανε σε ηλικία 107 ετών. Ας αναπαυθεί εν ειρήνη», έγραψε στα εβραϊκά η εγγονή της Νίνα σε ένα μήνυμα προς τους συγγενείς της.
Αυστριακής και εβραϊκής καταγωγής, η Μίμι Ράινχαρντ ζούσε στην Κρακοβία (Πολωνία) πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και προσελήφθη από τον Όσκαρ Σίντλερ για τον οποίο εργάστηκε μέχρι το 1945.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου, η ίδια είχε συντάξει τους καταλόγους των Εβραίων εργαζομένων του Σίντλερ που σώθηκαν από τους θαλάμους αερίων των Ναζί από τον Όσκαρ Σίντλερ.
Μετά τον πόλεμο, η Ράινχαρντ εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, έκανε την «Αλιγιά» (σ.σ. μετανάστευση Εβραίων της διασποράς στη Γη του Ισραήλ), το 2007 σε ηλικία 92 ετών, προκειμένου να ενωθεί με τον μονάκριβο γιο της, τότε καθηγητή κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, και τα εγγόνια της.
«Νιώθω σαν στο σπίτι μου», είχε πει συνεσταλμένα σε δημοσιογράφους που είχαν έρθει για να την υποδεχθούν στο αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν στο Τελ Αβίβ.
Η Ράινχαρντ είχε δηλώσει ότι είχε συναντήσει τον Σπίλμπεργκ, ενώ παραδέχτηκε ότι πέρασαν χρόνια πριν δει την ταινία του.
«Ήμουν καλεσμένη στην πρεμιέρα της ταινίας στη Νέα Υόρκη. Αλλά έπρεπε να φύγω πριν από την προβολή, ήταν πολύ δύσκολο για μένα», είπε.
Τα τελευταία χρόνια, η Μίμι Ράινχαρντ ζούσε σε έναν οίκο ευγηρίας στην Χερτσλιγιά, μια παραθαλάσσια πόλη με φοίνικες βόρεια της ισραηλινής μητρόπολης Τελ Αβίβ.
Πριν από μερικά χρόνια, ο φωτογράφος Γκίντεον Μαρκόβιτς, της ισραηλινής εφημερίδας Israel Hayom, την είχε συναντήσει στο πλαίσιο ενός έργου για τους επιζώντες του Ολοκαυτώματος. «Συμμετείχε (τότε) στις δραστηριότητες του οίκου ευγηρίας, ήταν η πρωταθλήτρια του μπριτζ, σέρφαρε στο διαδίκτυο και παρακολουθούσε τη χρηματιστηριακή αγορά», είπε σήμερα στο Γαλλικό Πρακτορείο.
ΠΗΓΗ: in.gr, 8.4.2022