Ο Εχούντ Ολμέρτ δεν πιστεύει ότι η Χαμάς αποτελεί υπαρξιακή απειλή για το Ισραήλ – τουλάχιστον όχι πια. «Δεν είναι κάτι που θα έλεγα στις 7 Οκτωβρίου του 2023, ή την επομένη της επίθεσης της Χαμάς στο Ισραήλ, αλλά νομίζω ότι δύο χρόνια αργότερα η εικόνα είναι πλήρως διαφορετική», δηλώνει στην «Κ» ο πρώην Ισραηλινός πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη, έπειτα από μια συζήτηση που αφορούσε το μέλλον της Μέσης Ανατολής και την οποία διοργάνωσε το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Η Γάζα, εξηγεί, είναι σχεδόν ολοκληρωτικά κατεστραμμένη. «Εχει ισοπεδωθεί το 70% των κτιρίων, σύμφωνα με εκτιμήσεις έχουν σκοτωθεί 70.000 άνθρωποι, ενώ χιλιάδες εξ αυτών δεν είχαν καμία σχέση με την τρομοκρατία».
Η ηγεσία της Χαμάς έχει σχεδόν εξαλειφθεί – από τα υψηλά μέχρι τα χαμηλόβαθμα στελέχη. «Η Χαμάς τού σήμερα δεν είναι η απειλή που μπορεί να ήταν η Χαμάς πριν από δύο χρόνια, κι άρα πρέπει να ζυγίσουμε τα πλεονεκτήματα της συνέχισης ενός πολέμου έναντι της σημερινής Χαμάς – μπορεί να δικαιολογούνταν πριν από δύο χρόνια, αλλά σίγουρα δεν δικαιολογείται σήμερα».
Πριν από 17 χρόνια
Όταν ήταν πρωθυπουργός του Ισραήλ, από το 2006 μέχρι το 2009, δεν θεωρούσε τη Χαμάς απειλή. «Από τότε έχουν περάσει 17 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου έκανε δυστυχώς κάθε προσπάθεια να ενισχύσει την οργάνωση της Χαμάς εις βάρος της Παλαιστινιακής Αρχής», δηλώνει.
Ο Νετανιάχου έκανε δυστυχώς κάθε προσπάθεια να ενισχύσει τη Χαμάς εις βάρος της Παλαιστινιακής Αρχής, τονίζει ο Εχούντ Ολμέρτ. [EPA / ABIR SULTAN]
Ο Νετανιάχου πίστευε ότι κανείς δεν θα ζητούσε από το Ισραήλ να συνάψει ειρήνη με τη Χαμάς και την ενίσχυσε για να διατηρήσει ένα συγκεκριμένο στάτους κβο, τονίζει.
«Πίστευε ότι θα τους χρηματοδοτεί με κονδύλια από το Κατάρ –εκατοντάδες εκατομμύρια– κι ότι θα επιτρέπει και στο Ιράν να τους χρηματοδοτεί χωρίς να επεμβαίνει, κι άρα ότι η Χαμάς θα ήταν ευγνώμων που τους επέτρεπε να ανθήσουν και δεν θα επιτίθεντο ποτέ στο Ισραήλ».
Εποικισμοί
Γιατί δεν τελειώνει ο πόλεμος; «Επειδή η κυβέρνηση του Ισραήλ θέλει να συνεχιστεί», δηλώνει στην «Κ». Από τη μια, εξτρεμιστές Ισραηλινοί πολιτικοί, όπως οι ακροδεξιοί υπουργοί Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ και Μπεζαλέλ Σμότριτς, θέλουν να αδειάσει πλήρως η Γάζα από τους πολίτες της, για να εγκαθιδρύσουν εκεί ισραηλινούς οικισμούς και να ενοποιήσουν τη Δυτική Οχθη με το κράτος του Ισραήλ, λέει. «Ο δεύτερος λόγος αφορά τις πολιτικές και προσωπικές επιδιώξεις του πρωθυπουργού του Ισραήλ, κι οι δύο αυτοί λόγοι μοιάζουν να συγκλίνουν και να οδηγούν σε έναν αέναο πόλεμο».
Εναλλακτική πρόταση
Αλλά υπάρχει και μια άλλη εναλλακτική. «Να ανταλλάξουμε τους ομήρους, να απελευθερώσουμε τους φυλακισμένους Παλαιστινίους, να δημιουργηθεί μια προσωρινή δύναμη ασφαλείας που θα απαρτίζεται από Παλαιστινίους και Αραβες και θα έχει τον στρατιωτικό έλεγχο στη Γάζα, το Ισραήλ να επιστρέψει στη γραμμή της 7ης Οκτωβρίου, και μια επιτροπή γραφειοκρατών να είναι η προσωρινή κυβέρνηση της Γάζας μέχρι να γίνουν ελεύθερες εκλογές για τη νέα ηγεσία της Παλαιστίνης», δηλώνει.
Αυτό θεωρεί πως πρέπει να γίνει, είναι ο μονόδρομος που θα οδηγήσει σε πραγματική αλλαγή στη Μέση Ανατολή. «Δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι να απορροφήσουμε όλες τις συνέπειες μιας τέτοιας λύσης», δηλώνει για τους Ισραηλινούς πολίτες, αναφέροντας το τραύμα που προκάλεσε στην κοινωνία η επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, «αλλά αυτό θα αλλάξει». Θα πάρει χρόνο, δεν είναι εύκολο, αλλά πρέπει να πιστέψει ο κόσμος πως η αλλαγή αυτή είναι η μόνη επιλογή. Δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική. «Η μόνη λύση», τονίζει, «είναι η λύση των δύο κρατών».
Δεν συμβαίνει εθνοκάθαρση
Δεν πιστεύει πως στη Γάζα, προς το παρόν τουλάχιστον, συντελείται εθνοκάθαρση. «Είναι πιθανό να συμβεί», λέει, «αλλά δεν συμβαίνει ακόμα».
Ομως είναι σίγουρος ότι ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου δεν είναι ο σωστός άνθρωπος για την ηγεσία του Ισραήλ. «Δεν τον εμπιστεύομαι, έχει αποτύχει πλήρως και βάζει μπροστά τη δική του πολιτική επιβίωση σε σχέση με τα συμφέροντα της χώρας». Απέτυχε να προσφέρει ασφάλεια στους πολίτες, και τώρα, για να καλύψει τις αποτυχίες του, είναι έτοιμος να καταστρέψει το κράτος του Ισραήλ παγκοσμίως. Οχι μόνο τη φήμη της χώρας, αλλά τον θαυμασμό για αυτήν και την ταυτότητά της ως μιας επιστημονικής, πολιτιστικής, τεχνολογικής δύναμης που συνέβαλε στον κόσμο της επικοινωνίας και της ανεκτικότητας. Πιστεύει ότι αυτό το Ισραήλ θα υπάρξει ξανά.
«Είμαι αισιόδοξος, για αυτό πηγαίνω από τη μια χώρα στην άλλη για να προωθήσω τις ιδέες που θα μας οδηγήσουν σε μια λύση. Για αυτή την αλλαγή», λέει στην «Κ» ο Εχούντ Ολμέρτ, «αισθάνομαι ότι πρέπει να πολεμήσω με όλη μου την καρδιά».
ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 6.9.25, της Ηλιάνας Μάγρα