Εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της Κυριακής» 23.7.17, του Ιωσήφ Βαένα:
Τα τελευταία χρόνια το σαλονικιώτικο καλοκαίρι -πέρα από το φυτοπλαγκτόν και τις ουρές καθ’ οδόν προς τη Χαλκιδική- χαρακτηρίζεται και από την ανέλπιστη αύξηση των τουριστών που επισκέπτονται την πόλη. Πολλοί ανακαλύπτουν έκπληκτοι ότι σε όλη τη Θεσσαλονίκη υπάρχουν διάσπαρτες εβραϊκές ταφόπλακες.
Προέρχονται από το Παλαιό Εβραϊκό Νεκροταφείο της πόλης, το μεγαλύτερο της Ευρώπης, με περισσότερους από 350.000 τάφους, από το 2ο αιώνα μέχρι το 1946, που εκτείνονταν σε 350 στρέμματα στο χώρο από εκεί όπου βρίσκεται σήμερα η Πανεπιστημιούπολη μέχρι το Καυταντζόγλειο. Το νεκροταφείο βρισκόταν έξω από τα τείχη και εκτός πόλεως μέχρι το 19ο αιώνα, οπότε η Θεσσαλονίκη επεκτάθηκε ανατολικά. Μετά την πυρκαγιά του 1917 υπήρξαν συνεχείς πιέσεις από τις νέες ελληνικές αρχές, που ισχυρίζονταν ότι η έκταση ήταν απαραίτητη για την επέκταση της πόλης. Βέβαια αξίζει να σημειωθεί ότι το γειτονικό χριστιανικό κοιμητήριο της Ευαγγελίστριας έμεινε άθικτο και επιζεί μέχρι σήμερα. Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες τα ιστορικά εβραϊκά κοιμητήρια έμειναν άθικτα, παρότι βρίσκονται στο κέντρο των πόλεων.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής οι προπολεμικές επιθυμίες του χριστιανικού τμήματος της πόλης βρήκαν ευήκοα γερμανικά ώτα και έτσι ξεκίνησε η καταστροφή, το Δεκέμβριο του 1942. Οι ταφόπλακες και τα τούβλα των τάφων χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής αλλά κυρίως μεταπολεμικά από πληθώρα ατόμων και φορέων ως οικοδομικό υλικό. Από ιδιώτες για την κατασκευή σπιτιών ή για την εμπορία των υλικών. Από τη μητρόπολη για την επισκευή ή αναστύλωση εκκλησιών, όπως ο Αγ. Δημήτριος και η Αγ. Σοφία. Ο δήμος Θεσσαλονίκης για δημόσια έργα, όπως η κατασκευή της λεωφόρου Στρατού, η πλακόστρωση της Ροτόντας, της πλατείας Λευκού Πύργου, του Βασιλικού Θεάτρου. Μέχρι και τα ρείθρα των πεζοδρομίων ήταν φτιαγμένα από λεηλατημένα κειμήλια αιώνων και αργότερα πουλήθηκαν στο δήμο Καλαμαριάς. Στη λεηλασία συμμετείχαν ακόμη και οργανισμοί, που λόγω θέσης θα περίμενε κανείς να αντισταθούν, όπως το Πανεπιστήμιο ή η αρχαιολογική υπηρεσία. Η τελευταία υπό τον κ. Πελεκανίδη αγνόησε τις ικεσίες της Ισραηλιτικής Κοινότητας, που μεταπολεμικά ζητούσε να σταματήσει η κατασκευή του Αγ. Δημητρίου με τα χιλιάδες τούβλα και τεράστιες μαρμάρινες ταφόπλακες που στοιβάζονταν στην αυλή του. Ακόμη και σήμερα μπορεί κάποιος να δει τα αποτελέσματα της λεηλασίας που πραγματοποιήθηκε στην Κατοχή από τη Σουρωτή μέχρι τη Βουρβουρού. Στη νέα παραλία ρίχθηκαν οστά και ταφόπλακες, ενώ ο τεχνητός λόφος στον οποίο χτίστηκε το Παλατάκι διαβρώνεται από τη θάλασσα και βγάζει στο Θερμαϊκό ταφόπλακες. Με άλλα λόγια η ρήση ότι η πόλη χτίστηκε πάνω σε ένα έγκλημα δεν έχει μόνο μεταφορική αλλά και κυριολεκτική σημασία.
Όλα αυτά ήταν γνωστά και άγνωστα στην πόλη. Στο βιβλίο του Μαρκ Μαζάουερ “Πόλη των Φαντασμάτων” οφείλεται εν πολλοίς η ανανέωση του ενδιαφέροντος για την ιστορία της πόλης. Στη συνέχεια η δημαρχία Μπουτάρη παρά τις σκοταδιστικές αντιδράσεις πήρε σειρά από πρωτοβουλίες, στην προσπάθεια να συμφιλιωθεί η πόλη με το παρελθόν της. Όμως, ενώ όλοι συμφωνούμε ότι τα παιδιά δεν μπορούν να χρεώνονται τις αμαρτίες των γονέων, διαφωνούμε στο τι να κάνουμε με την κληρονομιά τους. Στο ναό του Αγ. Δημητρίου είναι ενσωματωμένες οι ταφόπλακες γενεών των οικογενειών μας. Στο χώρο της Πανεπιστημιούπολης οι φοιτητές περπατούν πάνω από το έδαφος, που ακόμη περιλαμβάνει τα οστά από αιώνες ταφών, όπως απέδειξαν οι εργασίες για το μετρό. Άπειρες γωνιές της πόλης, από ιδιωτικές κατοικίες στο Πανόραμα και την Άνω Πόλη μέχρι εκκλησίες στη Χαλκιδική, συμπεριλαμβάνουν κομμάτια μαρμάρου, που, αν είχαν ελληνικά γράμματα αντί για εβραϊκά, θα βρίσκονταν σε μουσεία.
Η αφαίρεση αυτών των κειμηλίων πολλές φορές είναι ανέφικτη, όπως στην περίπτωση των εκκλησιών, μιας και δεν ξέρουμε ποια κομμάτια κρύβουν επιγραφές και ποια όχι. Σε άλλες περιπτώσεις δεν είναι επιθυμητή, μιας και οι αδέσποτες ταφόπλακες στην Πανεπιστημιούπολη βρίσκονται στο φυσικό τους χώρο, ακόμη κι αν βανδαλίζονται συνεχώς από φοιτητές αλλά και τις υπόλοιπες ομάδες που δραστηριοποιούνται στο χώρο. Ακόμα και όταν ειδοποιείται η Ισραηλιτική Κοινότητα να τις περισυλλέξει, αυτό δεν συνοδεύεται από έναν προβληματισμό για το πώς βρέθηκαν εκεί και αν υπάρχουν ευθύνες.
Η αδυναμία σύνδεσης των εγκλημάτων του τότε με τις συνέπειες του σήμερα δεν είναι ακατανόητη. Είναι εξαιρετικά δυσάρεστο να δίνεις ένα ραντεβού στην Καμάρα και να σκέφτεσαι αν κάποια από τις πλάκες είναι η μνήμη μιας οικογένειας. Είναι περίπλοκο να σκεφτούμε ότι άνθρωποι με αξιοσέβαστη επιστημονική καριέρα ήταν ταυτόχρονα και θεσμικοί συνεργάτες στο Ολοκαύτωμα. Είναι δύσκολο άνθρωποι που εκπροσωπούν οργανισμούς να συνειδητοποιήσουν ότι, ακόμη κι αν οι ίδιοι δεν ευθύνονται, οι θεσμοί έχουν συνέχεια στο χρόνο και κληρονομούν τα καλά αλλά και τις αμαρτίες των προκατόχων τους. Αλλά πάνω από όλα κανείς δεν επιθυμεί να συνειδητοποιήσει ότι η ιστορική ευθύνη δεν περιορίζεται σε μία δακρύβρεκτη καταδίκη του παρελθόντος αλλά σε απτές πράξεις στο σήμερα. Τόσο απτές όσο οι ταφόπλακες με τις οποίες έκτισε η πόλη το μέλλον της και οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του παρόντος της.
Πηγή: ιστοσελίδα www.makthes.gr, 24.7.2017