Του Σταύρου Ζουμπουλάκη, Καθημερινή 6.11.2016:
Η Διάσκεψη του Εβιάν έγινε στις 6-16 Ιουλίου 1938 και είχε θέμα της την υποδοχή και φιλοξενία των Εβραίων προσφύγων που αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν τη ναζιστική Γερμανία και την Αυστρία, η Προσάρτηση (Anschluss) της οποίας, στις 12 Μαρτίου 1938, προκάλεσε νέα προσφυγική έξοδο. Η πρωτοβουλία της σύγκλησης ανήκει στον Ρούζβελτ, καθώς η Αμερική, που χορηγούσε 27.000 βίζες τον χρόνο σε Εβραίους της Ευρώπης, ήθελε να μοιραστεί με άλλες χώρες την υποδοχή των προσφύγων. Θα λάβουν μέρος τριάντα δύο χώρες και τριάντα τέσσερις μη κυβερνητικές οργανώσεις, στην πλειονότητά τους εβραϊκές.
Η διάσκεψη απέτυχε. Το μόνο που αποφάσισε ήταν η σύσταση μιας επιτροπής για τους πρόσφυγες. Καμία χώρα δεν συναινούσε να δεχτεί τους Εβραίους πρόσφυγες, με διάφορα επιχειρήματα: την οικονομική κρίση, την ανεργία, την πρόκληση ταραχών με τους ντόπιους (η Μεγάλη Βρετανία, επί παραδείγματι, αρνείται να εγκαταστήσει Εβραίους στην Παλαιστίνη, η οποία είναι τότε υπό βρετανική Εντολή, επειδή κάτι τέτοιο θα ενοχλούσε τους Άραβες και θα γινόταν αφορμή συγκρούσεων). Όλα προφάσεις εν αμαρτίαις. Οι χώρες που μετέχουν στη διάσκεψη καταδικάζουν τη ναζιστική Γερμανία, αλλά καμία δεν δέχεται να προστατέψει τα θύματά της. Η συνέχεια είναι γνωστή. Μετά την αποτυχία της διάσκεψης η ναζιστική εφημερίδα Völkischer Beobachter, όργανο του ναζιστικού κόμματος της Γερμανίας, έγραψε πανηγυρικά: «Κανένας δεν τους θέλει» (Saul Friedländer, «Η Ναζιστική Γερμανία και οι Εβραίοι», Πόλις, 2013, σ. 282). Έλεγε, αλίμονο, την αλήθεια: κανείς δεν ήθελε τους Εβραίους σπίτι του. Όλοι πρότειναν λύσεις για κάπου αλλού. Η Διάσκεψη του Εβιάν είναι ντροπή. Κυριάρχησε ο φόβος απέναντι στη βία και η λογική ο καθένας να φυλάξει το σπίτι του. Τελικά ούτε αυτό το φύλαξε, όπως φάνηκε ύστερα από ένα χρόνο.
Την ξεχασμένη Διάσκεψη του Εβιάν άρχισαν να τη θυμούνται διάφοροι σήμερα που η Ευρώπη αντιμετωπίζει νέο κύμα προσφύγων από τη Συρία πρωτίστως, αλλά και από άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής, της Αφρικής και της Ασίας. Οι ιστορικές διαφορές είναι μεγάλες, αλλά, ως προς τους πρόσφυγες, το πνεύμα και τα επιχειρήματα, τότε και τώρα, είναι τα ίδια. Η μόνη διαφορά είναι ότι εκείνοι τότε ήταν Εβραίοι, αυτοί τώρα είναι μουσουλμάνοι, στη συντριπτική πλειονότητά τους –όχι πως θα άλλαζε κάτι αν ήταν χριστιανοί. Όλοι συγκινούμαστε και συμπάσχουμε με το δράμα των προσφύγων, που τα επεισόδιά του τα παρακολουθούμε ανελλιπώς στην τηλεόραση, αρκεί οι πρόσφυγες να μη χτυπήσουν την πόρτα μας. Βλέπουμε την ανείπωτη τραγωδία τους και ταυτόχρονα θέλουμε να μείνουν εκεί που είναι! Μόνη έγνοια κάθε κράτους της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πώς να αφήσει την καυτή πατάτα στο άλλο και όλα μαζί δοξάζουν τον Θεό που δεν βρίσκονται στη γεωγραφική θέση της Ελλάδας και της Ιταλίας.
Το 2015, 3.771 άνθρωποι πνίγηκαν στη Μεσόγειο, 3.740 μέχρι αυτή τη στιγμή κατά το 2016, 10.000 ασυνόδευτα παιδιά έχουν εξαφανιστεί στην Ευρώπη, ενώ στην Τουρκία, όπου ζουν 2,5 εκατομμύρια πρόσφυγες, υπάρχουν 500.000 παιδιά που δεν πηγαίνουν σχολείο και γίνονται καθημερινά θύματα μαύρης εργασίας. Τι άλλο περιμένουμε να δούμε; Μα είναι δυνατόν η εύπορη Ευρώπη των πεντακοσίων εκατομμυρίων κατοίκων να μην μπορεί να ενσωματώσει ένα εκατομμύριο μετανάστες, δηλαδή το ένα πεντακοσιοστό του πληθυσμού της; Σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση δαπανά, διάβασα, 13 δισεκατομμύρια ευρώ για να εμποδίσει τους μετανάστες και τους πρόσφυγες να περάσουν τα σύνορά της, ενώ οι ίδιοι οι πρόσφυγες ξοδεύουν 15 δισεκατομμύρια στους διακινητές, αψηφώντας τα εμπόδια αυτά. Ας ξοδέψουμε λοιπόν κάτι περισσότερο, για να φιλοξενήσουμε αυτούς τους βασανισμένους συνανθρώπους μας. Και αν είναι να ζήσουμε φτωχότερα, φιλοξενώντας τους, ας ζήσουμε φτωχότερα, αρκεί να ζήσουν και εκείνοι. Περαστικοί είμαστε όλοι σε αυτό τον κόσμο. Ένα από τα επιχειρήματα που επικαλούνται τα δημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης για αυτή την πολιτική εμποδισμού των προσφύγων να έρθουν και να ζήσουν στην Ευρώπη είναι ότι το αντίθετο ευνοεί την άνοδο της Ακροδεξιάς. Το είδαμε καθαρά στην περίπτωση της Γερμανίας, η οποία είχε την πιο γενναιόδωρη στάση έναντι των προσφύγων και τη σταμάτησε διότι οδήγησε πολλούς Γερμανούς πολίτες προς το ακροδεξιό AfD. Δεν υποτιμώ καθόλου το πρόβλημα, αναρωτιέμαι όμως μήπως αυτό συμβαίνει επειδή αφήσαμε όλα αυτά τα χρόνια να διαποτίσει το μυαλό και την ψυχή μας ο ακροδεξιός, ξενοφοβικός λόγος. Όταν προδίδεις τις αξίες σου –αναφέρομαι κυρίως στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία– θα το πληρώσεις στο τέλος.
Η μετανάστευση ή η προσφυγιά (για να αποφασίσεις ποιος είναι οικονομικός μετανάστης και ποιος πρόσφυγας, πρέπει πρώτα να τους δεχτείς όλους) δεν αποτελεί σήμερα επιλογή, αποτελεί πρωτίστως ένα γεγονός. Γεγονός χωρίς επιστροφή στο ορατό μέλλον. Περίπου 60 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν αναγκαστεί να φύγουν από τα σπίτια τους και να εκτοπιστούν, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ (εκ των οποίων τα 38 μέσα στην ίδια τη χώρα τους και τα 20 προς άλλες χώρες). Αυτό δεν θα αλλάξει, αντίθετα θα αυξάνεται. Η λογική της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς που τείνει να γίνει και λογική όλης της Ευρώπης είναι τελικά η λογική του φράχτη. Είναι μια στάση ανήθικη –δεν πρέπει να συντρέχουμε τους ανθρώπους που βρίσκονται σε ανάγκη;– και πολιτικά κοντόφθαλμη: υπερασπίζεται κάτι που δεν μπορεί να υπάρχει πια, υπερασπίζεται το τελειωμένο αντί να ετοιμάζει τους λαούς και τα κράτη για το νέο. Η συντεταγμένη και οργανωμένη, κοινή από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, υποδοχή και φιλοξενία των προσφύγων είναι η μόνη πολιτικά και ηθικά σωστή λύση. Η μόνη ανθρώπινη.