Από 15 έως 17 Φεβρουαρίου 2009 έγινε στο Λονδίνο, διεθνές Συνέδριο με θέμα την Καταπολέμηση του Αντισημιτισμού. Το Συνέδριο διοργανώθηκε από την Διακοινοβουλευτική Σύμπραξη για την Καταπολέμηση του Αντισημιτισμού, του Βρετανικού Κοινοβουλίου (ICCA)

και το Community SecurityTrust (CST), οργανισμό που εργάζεται για την προστασία των Εβραίων στο Ηνωμένο Βασίλειο, σε συνεργασία με το υπουργείο Εξωτερικών της Αγγλίας. 

 

Σχεδόν 100 νομοθέτες από 35 χώρες, πολλοί βουλευτές της Ε.Ε., των Η.Π.Α., του Καναδά, της Ν. Αμερικής, του Ισραήλ, αλλά και εκπρόσωποι διεθνών Εβραϊκών Οργανισμών, συγκεντρώθηκαν στο Λονδίνο για να αναπτύξουν στρατηγικές για την καταπολέμηση της «αυξανόμενης απειλής του αντισημιτισμού».  
Κατά τη διάσκεψη κορυφής, που πραγματοποιήθηκε στο Βρετανικό Κοινοβούλιο και στο υπουργείο Εξωτερικών, οι συμμετέχοντες συνεργάστηκαν με εμπειρογνώμονες με στόχο την εξεύρεση τρόπων για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού.
Μεταξύ των συμμετεχόντων υπήρχαν περισσότεροι από δέκα υπουργοί, μέλη του Κογκρέσου των Η.Π.Α., αρκετοί υφυπουργοί του Ηνωμένου Βασιλείου, συμπεριλαμβανομένου του υφυπουργού Εξωτερικών Λόρδου Malloch-Brown. Στο Συνέδριο η Ελλάδα εκπροσωπήθηκε από τον πρέσβη κ. Αλέξανδρο Φίλωνα που είναι επικεφαλής του ελληνικού τμήματος του TaskForce για τη Διεθνή Συνεργασία για την Εκπαίδευση, τη Μνήμη και την Έρευνα του Ολοκαυτώματος. Επίσης, αντιπροσωπεία του ελληνικού εβραϊσμού, αποτελούμενη από τους πρόεδρο και αντιπρόεδρο του Κ.Ι.Σ κ. Μ. Κωνσταντίνη και Δ. Σαλτιέλ, έλαβε μέρος στο Διεθνές Συνέδριο.    
Οι συμμετέχοντες αντάλλαξαν γνώσεις, εμπειρίες και απόψεις για τις βέλτιστες πρακτικές και συναντήθηκαν με διεθνείς εμπειρογνώμονες από ακαδημαϊκά ιδρύματα και φορείς επιβολής του νόμου, καθώς και με ειδικούς σε θέματα πληροφορικής και ασφάλειας. Στόχος τους ήταν να δημιουργήσουν ένα πρόγραμμα δράσης για να αντιμετωπίσουν τον αντισημιτισμό, τον οποίο αναγνωρίζουν ως κλιμακούμενη παγκόσμια απειλή.
Εκφάνσεις αυτής της απειλής είναι οι επιθέσεις, όπως αυτή κατά του κέντρου της Εβραϊκής Κοινότητας στη διάρκεια των τρομοκρατικών επιθέσεων στη Βομβάη το Νοέμβριο, το φυλετικό μίσος και η άρνηση του Ολοκαυτώματος, όπως διαδίδεται από το διαδίκτυο και άλλα μέσα μαζικής επικοινωνίας.
 
Ο Άγγλος υπουργός Εξωτερικών DavidMiliband είπε χαρακτηρισιτκά: «Ο αντισημιτισμός υπάρχει εδώ και χιλιετίες, αλλά με την πάροδο των χρόνων μεταλλάσσεται και αποκτά νέους τρόπους έκφρασης. Σήμερα προσαρμόζεται στις νέες τεχνολογίες και αψηφά τα σύνορα. Η εποχή του ίντερνετ, με τα πολλά πλεονεκτήματά της, έχει το μειονέκτημα ότι επιτρέπει στο μίσος να ταξιδεύει πιο γρήγορα και πιο μακριά από ποτέ. Οι σύγχρονες και καινοτομικές λύσεις είναι ζωτικής σημασίας για την καταπολέμηση αυτού του φαινομένου. Το ίδιο και η διεθνής συνεργασία».
Δεδομένης της αυξανόμενης κλίμακας και εμβέλειας του Αντισημιτισμού σε όλο τον κόσμο, ο Λόρδος Malloch-Brown ανέφερε ότι «η διεθνής κοινότητα πρέπει να μάθει να ξεχωρίζει την πολιτική αναταραχή στη Μέση Ανατολή και την εξωτερική πολιτική του Ισραήλ από τις επικρίσεις που στρέφονται κατά των ίδιων των Εβραίων».
Δριμύ μήνυμα κατά του Αντισημιτισμού έδωσε με την ομιλία του ο υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας FrancoFrattini, ο οποίος αναφέρθηκε στα «ύπουλα προσωπεία», όπως ο αντι-σιωνισμός και η αδόκιμη κριτική στο Κράτος του Ισραήλ, μέσω των οποίων εκφράζεται ο νέος αντισημιτισμός. Εκτενή και σαφή αναφορά έκανε ο F. Frattini στο δικαίωμα του Ισραήλ στην υπεράσπισή του, ασκώντας παράλληλα κριτική στη σχετική στάση της Ε.Ε. «Η Ευρώπη τραύλιζε κατά το παρελθόν όταν επρόκειτο για την υποστήριξη του δικαιώματος αυτοάμυνας του Ισραήλ. … η Ιταλική Κυβέρνηση ήταν απόλυτα σαφής: Καταδίκασε απερίφραστα κάθε εκδήλωση Αντισημιτισμού και επανέλαβε ότι το Ισραήλ έχει το δικαίωμα να προστατευτεί από τις ρουκέτες που εκτοξεύονται εναντίον της επικράτειάς του. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση απέρριψε κάθε μορφή διαλόγου με τη Χαμάς, η οποία εμμένει στο χαρακτηρισμό της ως τρομοκρατικής οργάνωσης, όπως ακριβώς αναγνωρίζεται από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, άρα δεν υπάρχει καμία δυνατότητα να αποτελέσει νόμιμο πολιτικό συνομιλητή που θα εκπροσωπεί μια δεύτερη Παλαιστινιακή οντότητα. Δεν μπορούμε να συνομιλήσουμε με τη Χαμάς». Ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε, επίσης, στο Ντάρμπαν, στη σημασία της εκπαίδευσης για τη διατήρηση της Μνήμης.
Στο Συνέδριο μίλησαν επίσης εκ μέρους της Αμερικανικής Εβραϊκής Επιτροπής, ο εκτελεστικός διευθυντής David Harris και ο AndrewBaker υπό την ιδιότητά του ως εκπροσώπου του ΟΑΣΕ για τον Αντισημιτισμό, ο Αρχιραββίνος της Μ. Βρετανίας JonathanSachs, κ.ά.
 
Η ICCA αποτελεί πλαίσιο-ομπρέλα, κάτω από το οποίο συγκεντρώνονται μέλη εθνικών κοινοβουλίων από όλο τον κόσμο που ενδιαφέρονται ενεργά και αναλαμβάνουν δράση για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού. Η ίδρυσή της ανακοινώθηκε κατά την ετήσια Συνέλευση του Παγκόσμιου Φόρουμ για την Καταπολέμηση του Αντισημιτισμού, που έγινε τον Φεβρουάριο του 2008 στο Ισραήλ.
Οι δύο βασικοί ιδρυτές της ICCA είναι ο Βρετανός βουλευτής του Εργατικού Κόμματος JohnMann, ο οποίος προεδρεύει της βρετανικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για την Πάταξη του Αντισημιτισμού και ο Καναδός βουλευτής και τέως υπουργός Δικαιοσύνης IrwinCotler.
 
Με τη λήξη των εργασιών του συνεδρίου οι συμμετέχοντες υιοθέτησαν σχετική διακήρυξη για την καταπολέμηση του Αντισημιτισμού.
 
Η ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ του ΛΟΝΔΙΝΟΥ
Μερικά από τα κυριότερα σημεία
 
Αναμέτρηση με τον Αντισημιτισμό
  • Οι Βουλευτές θα καταδεικνύουν δημόσια, θα προκαλούν και θα απομονώνουν πολιτικούς παράγοντες που εμπλέκονται στο μίσος εναντίον των Εβραίων και στοχεύουν κατά του Κράτους του Ισραήλ ως Εβραϊκή συλλογικότητα.
  • Οι Βουλευτές θα πρέπει να παίρνουν θέση κατά του αντισημιτισμού και της κάθε φυλετικής διάκρισης που στρέφεται εναντίον οποιασδήποτε μειονότητας, και να είναι σε επιφυλακή εναντίον κάθε υπεκφυγής, δισταγμού και δικαιολόγησης των εκφράσεων μίσους.
  • Οι Κυβερνήσεις πρέπει να προκαλούν κάθε ξένο ηγέτη, πολιτικό ή δημόσιο πρόσωπο που αρνείται, υποβαθμίζει ή ευτελίζει το Ολοκαύτωμα και πρέπει να ενθαρρύνουν την κοινωνία των πολιτών να επαγρυπνεί και ανοικτά να καταδικάζει αυτό το φαινόμενο.
  • Οι Βουλευτές πρέπει να προτρέψουν τις Κυβερνήσεις τους να υποστηρίξουν τις διεθνείς δεσμεύσεις για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού- συμπεριλαμβανομένης της Διακήρυξης του Βερολίνου του ΟΑΣΕ (Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, OSCE) και των οκτώ κύριων αρχών της.
  • Οι Κυβερνήσεις και ο ΟΗΕ πρέπει να αποφασίσουν ότι ποτέ ξανά οι θεσμοί της διεθνούς κοινωνίας και ο διάλογος των εθνικών κρατών δεν θα χρησιμοποιηθούν καταχρηστικά στην προσπάθεια νομιμοποίησης του αντισημιτισμού, συμπεριλαμβανομένης και της απομόνωσης του Ισραήλ για πολιτικές διακρίσεων στη διεθνή σκηνή και ότι ποτέ δεν θα γίνουμε μάρτυρες ή συμμέτοχοι σε άλλη συνάντηση όπως εκείνη του Ντάρμπαν του 2001. 
 
Απαγορεύσεις
·         Οι Βουλευτές θα πρέπει να θεσμοθετήσουν αποτελεσματική νομοθεσία για τα εγκλήματα μίσους αναγνωρίζοντας το μίσος ως επιβαρυντικό στοιχείο και, όπου είναι σύμφωνο με τα τοπικά νομικά δεδομένα να συμπεριλάβουν το αδίκημα της «υποκίνησης μίσους» και να επιτρέψουν στους φορείς επιβολής του νόμου να καταδικάζουν.
·         Οι Κυβερνήσεις που έχουν υπογράψει το Πρωτόκολλο για το Λόγο Μίσους της «Σύμβασης για το Έγκλημα στον Κυβερνοχώρο», του Συμβουλίου της Ευρώπης (και το «Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Σύμβασης για το Έγκλημα στον Κυβερνοχώρο, σχετικά με την ποινικοποίηση πράξεων ρατσιστικής και ξενοφοβικής φύσης που διαπράττονται μέσω συστημάτων Η/Υ») θα πρέπει να θεσπίσουν σχετική εσωτερική νομοθεσία εφαρμογής.
 
Αναγνωρίζοντας την απειλή
·         Οι Βουλευτές θα πρέπει να επανέλθουν στο νομοθετικό έργο τους, των Κοινοβουλίων ή Συνελεύσεων, και να θεσπίσουν ομάδες διερεύνησης που καθήκον θα έχουν τον καθορισμό της υπάρχουσας φύσης και του καθεστώτος του αντισημιτισμού στις χώρες τους και την εκπόνηση συστάσεων προς τις κυβερνήσεις και την κοινωνία των πολιτών ώστε να δράσουν κατάλληλα.
·         Οι Κυβερνήσεις πρέπει να επεκτείνουν τη χρήση του «βασικού ορισμού» του αντισημιτισμού του EUMC προς ενημέρωση της πολιτικής των εθνικών και διεθνών οργανισμών και ως βάση εκπαιδευτικού υλικού για χρήση από τις υπηρεσίες απονομής ποινικής Δικαιοσύνης.
 
Παιδεία, ενημέρωση και εκπαίδευση
·         Οι Κυβερνήσεις θα πρέπει να καταρτίσουν εκτενώς τους αστυνομικούς, τους εισαγγελείς και τους δικαστές. Η κατάρτιση είναι ουσιώδης προκειμένου οι δράστες αντισημιτικών εγκλημάτων μίσους να συλληφθούν επιτυχώς, να διωχθούν δικαστικά, να καταδικαστούν και να τους επιβληθούν ποινές. Το Πρόγραμμα Επιβολής του Νόμου LEOP του ΟΑΣΕ είναι μία πρότυπη πρωτοβουλία που συνίσταται από ένα διεθνές κλιμάκιο ειδικευμένων αξιωματικών της αστυνομίας, οι οποίοι εκπαιδεύουν άλλους αστυνομικούς σε αρκετές χώρες. 
·         Οι Κυβερνήσεις θα πρέπει να αναπτύξουν εκπαιδευτικό υλικό στα θέματα του Ολοκαυτώματος, του ρατσισμού, του αντισημιτισμού και των φυλετικών διακρίσεων, τα οποία εντάσσονται στο εθνικό σχολικό πρόγραμμα. Όλο το εκπαιδευτικό υλικό οφείλει να είναι βασισμένο στις αξίες της κατανόησης, της ένταξης, της αποδοχής και του σεβασμού και πρέπει να είναι σχεδιασμένο ώστε να βοηθά τους μαθητές στην αναγνώριση και αντιμετώπιση του αντισημιτισμού και όλων των μορφών του λόγου μίσους.
  • Οι Κυβερνήσεις θα πρέπει να περιλάβουν ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα επιμόρφωσης στο Σύστημα Ποινικής Δικαιοσύνης χρησιμοποιώντας προγράμματα όπως το πρόγραμμα Επιβολής του Νόμου LEOP.
 
Λεζάντα: Ο αντιπρόεδρος του Κ.Ι.Σ. με τον Βρετανό βουλευτή κ. Τζ. Μαν, τον πρέσβη κ. Φίλωνα και τον Αμερικανό εκπρόσωπο κ. Κ. Κένεντυ.