«Γεννήθηκα στη Φλαμανδική πόλη Οστένδη, στο Βέλγιο, το 1930, που σημαίνει ότι τα έχω τα χρόνια μου!», γράφει ο Ισραηλινός σήμερα Αριε Μπερενμπάουμ, που αντιμετωπίζει την καραντίνα με πειθαρχία και αισιοδοξία, στέλνοντας το δικό του μήνυμα σε όσους κάνουν ασυνείδητες επιλογές. Η κανονική, παιδική ζωή του Αριε κράτησε μόλις 9 χρόνια. Μετά ήρθε ο πόλεμος και ανέτρεψε τα πάντα. «Στο ‘κανονική’ συμπεριλαμβάνω και τα παιδιά που με κυνηγούσαν όταν γύριζα από το σχολείο και με έβριζαν επειδή ήμουν Εβραίος», λέει με πίκρα. Στη διάρκεια του πολέμου ο Αριε και η οικογένειά του κρύβονταν σε διάφορα μέρη προσπαθώντας να επιβιώσουν. Το πρώτο καταφύγιο ήταν η σοφίτα ενός καφενείου στην Αμβέρσα, απέναντι από το αρχηγείο της Γκεστάπο. «Ούτε να μιλάμε δεν επιτρεπόταν, για να μη μας ακούσουν και μας προδώσουν, ούτε να κοιτάμε απ΄ το μικρό παράθυρο». Στη συνέχεια κρύφτηκαν σ΄ένα αγρόκτημα. «Ο αγρότης μας δέχθηκε γιατί είχε μόνο κόρες και χρειαζόταν εργατικά χέρια για τις δουλειές της φάρμας».
Περισσότερα: «ΜΕΤΡΩ ΤΙΣ ΕΥΛΟΓΙΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΠΑΡΑΠΟΝΙΕΜΑΙ»
Το να μείνουμε σπίτι και να βρισκόμαστε σε καραντίνα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Για εμάς και τη γενιά μας που έχουμε μεγαλώσει και ζήσει αλλιώς, η απομόνωση είναι δύσκολη. Δεν είναι έτσι όμως για όλους.
Μια γιαγιά από την Αργεντινή έχει γίνει viral μιας και με τον τρόπο της στηλιτεύει όσους παραπονιούνται για την καραντίνα και την κοινωνική απόσταση.
Η Connie Ansaldi έβγαλε βίντεο τη γιαγιά της να διηγείται την ιστορία της για το πώς επέζησε από το Ολοκαύτωμα. «Πόσα χρόνια κρυβόσουν στο πηγάδι;», ρωτά στο βίντεο η εγγονή της.
«Τρία χρόνια! Χωρίς μπάνιο, χωρίς τίποτα. Δεν συγκρίνεται», απάντησε η επιζήσασα γιαγιά.
«Η γιαγιά μου (επιζήσασα του Ολοκαυτώματος) μου είπε ότι πέρασε 3 χρόνια να κρύβεται σε υπόγειο πηγάδι και 2 χρόνια σε γκέτο», αναφέρει η Connie.
Πηγή: Ιστότοπος Bovary.gr
«Ξέρεις κάτι; Δεν έχω τίποτα πρωτότυπο να πω, ούτε η φαντασία μου, ούτε η λογική μου έχουν κάτι να πουν. Είμαι αποσβολωμένη από αυτά που συμβαίνουν και η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει τίποτα που να μπορούμε να πούμε. Ίσως είναι πολλοί αυτοί που μιλούν πολύ». Τα λόγια αυτά δεν είναι από συνέντευξη, αλλά κάποιες σκέψεις της Λιλιάνα Σεγκρέ, της Μιλανέζας γερουσιαστή και επιζώσας του Ολοκαυτώματος που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Εβραϊκές Σελίδες» του ΚΙΣ Ιταλίας.
«Είναι σα τη Μεγάλη Πλημμύρα», σχολίασε η Λ. Σεγκρέ, η οποία εξήγησε ότι επέλεξε να παραμείνει σιωπηλή και να μη μιλήσει για τον κίνδυνο στη δημόσια υγεία, παρά τις προσκλήσεις που λαμβάνει. «Απαγόρευσα στα παιδιά μου και στα εγγόνια μου να με επισκέπτονται και είμαι πολύ προσεκτική», λέει σχετικά με την καραντίνα στο σπίτι. «Δεν θα ακούσεις από μένα αυτά που θα ήθελες να σου πω, ότι δηλαδή διαβάζω αρκετά, αξιοποιώ τις ημέρες μου τακτοποιώντας το σπίτι, ότι ανακαλύπτω παλιές φωτογραφίες, όπως κάνουν πολλοί. Φωτογραφίες έβρισκα σ΄όλη μου τη ζωή, ανασύροντάς τις από τα συρτάρια της μνήμης μου. Τώρα δεν το κάνω πια. Κυριολεκτικά δεν κάνω τίποτα. Βρίσκομαι σε μία κατάσταση τρομακτικής ραστώνης. Κοιμάμαι και λύνω σταυρόλεξα –που είναι φανταστικά διότι αποσπούν την προσοχή από τα σοβαρά προβλήματα.
Περισσότερα: ΕΒΡΑΙΟΙ ΣΤΟ ΜΙΛΑΝΟ: «Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΦΟΒΟΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΠΕΘΑΝΟΥΜΕ ΜΟΝΟΙ»
Έζησαν το χειρότερο κομμάτι του 20ου αιώνα αλλά παραμένουν μαζί, παντρεμένες και δυνατές. Η μία είναι 101 και η άλλη 95.
Στα 101 της η Naomi Replansky, ποιήτρια και εργάτρια-επαναστάτρια, έχει αντέξει πολλά. Γεννήθηκε, στο διαμέρισμα της οικογένειάς της στο Μπρονξ, τον Μάιο του 1918. Ο ερχομός της στον κόσμο συνέπεσε με την Ισπανική Γρίπη, η οποία είχε σαν αποτέλεσμα να χαθούν 10.000 εκατομμύρια ζωές, πολλές από αυτές ήταν παιδιά κάτω των 5 ετών. Ήταν μια περίοδος έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία και απομόνωσης, σαν αυτή που βιώνουμε με την πανδημία του κορωνοϊού.
Η πολυομελίτιδα ορίστηκε ως επιδημία στη Νέα Υόρκη το 1916. Εκείνη τη χρονιά τουλάχιστον 2.000 άνθρωποι πέθαναν από την ασθένεια. Όσοι επέζησαν θα είχαν έντονα την ανάμνηση της εξάπλωσης του τύφου που σάρωσε την πόλη εννιά χρόνια νωρίτερα. Μέχρι να αρχίσει να χρησιμοποιείται το εμβόλιο της πολυομελίτιδας, γύρω στο 1950, σχεδόν κάθε άνοιξη εμφανιζόταν η εξάπλωσή του στη χώρα. Οι δημόσιες συγκεντρώσεις συχνά ακυρώνονταν και οι πλούσιοι άνθρωποι των πόλεων έφευγαν για την εξοχή.
Στις αρχές του 1920, η μικρή αδερφή της Naomi χτυπήθηκε με αποτέλεσμα να παραλύσει για πάντα το ένα από τα πόδια της. Η μητέρα τους εναπόθεσε τις ελπίδες της σε θεραπείες νερού που ανέπτυξε ο Franklin Roosevelt αλλά μάταια. “Ήταν μια αναπτέρωση ηθικού, μια χαρούμενη αίσθηση αλλά όχι θεραπευτικό”, δήλωσε η Naomi στους New York Times.
Εν μέσω αυστηρών μέτρων απαγόρευσης της κυκλοφορίας στο Ισραήλ, ο πρωταθλητής μαραθωνοδρόμος Gazcho Fanta, κάτοχος του ισραηλινού ρεκόρ στα 50 χλμ., αποφάσισε να συνεχίσει τις προπονήσεις του τρέχοντας … στο σαλόνι του σπιτιού του!
Κάλυψε απόσταση 42 χιλιομέτρων σε 3 ώρες 50’ και 14’’, κάνοντας τον γύρο του σαλονιού του 5.349 φορές, με μέση ταχύτητα 5.27’ ανά χιλιόμετρο.
Ένα αισιόδοξο μήνυμα για τη θέληση και την εφευρετικότητα ακόμη και στις πιο δύσκολες συνθήκες.
Πηγή: Ιστότοπος JNS, 26.3.20