Για τον Χάγκεν Φλάισερ, ορισμένες από τις μνήμες των πρώτων του χρόνων μετά τον πόλεμο είναι σωματικές. Γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1944 στη Βιέννη. Η μητέρα του γεννήθηκε στη Βουδαπέστη και ήταν 23 χρόνων όταν μετακινήθηκαν στην Βιέννη. Ο πατέρας υπηρετούσε στο ανατολικό μέτωπο, ο παππούς είχε συλληφθεί από τη μυστική αστυνομία των Σοβιετικών, μητέρα και βρέφος κατέληξαν στη φυλακή, αφέθηκαν ελεύθεροι και στη συνέχεια μέσα σε ένα βαγόνι κάρβουνου βρέθηκαν στη Βιέννη. Το 1949, ο Φλάισερ με τη μητέρα του μετακόμισε σε ένα κράτος που (ακόμα) δεν υπήρχε, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.
Ολα αυτά περιγράφονται στο τελευταίο κείμενο του νέου βιβλίου του ιστορικού Χάγκεν Φλάισερ, «Πόλεμος και μετά τον πόλεμο. Ο δύσκολος γερμανοελληνικός αιώνας» (Κολωνία 2020, αμετάφραστο ακόμα στα ελληνικά).
Αυτό είναι το πιο προσωπικό κείμενο ενός τόμου που περιλαμβάνει παλαιότερες δουλειές του, εμπλουτισμένες όμως σε πολλά σημεία. Ο Φλάισερ, που συνέβαλε όσο κανένας στη δημιουργία νέας σχολής ιστορικών στην Ελλάδα, εκείνης των σπουδών του δεύτερου μεγάλου Πολέμου και της Κατοχής, δεν ακολουθεί απλώς εξαντλητικά τον δρόμο των αρχείων, αλλά όπου μπορεί, και όπου ο χρόνος το επιτρέπει, επιχειρεί να γνωρίσει εκείνους που έγραψαν την Ιστορία που μελετά: Τον Κρις Γουντχάουζ και τον προκάτοχό του Εντι Μάγερς, πολλούς από τους αξιωματικούς των γερμανικών δυνάμεων Κατοχής, αλλά και τον Ανδρέα Τζίμα ή τον καπετάν Λευτεριά από την ηγεσία του ΚΚΕ. Διαβάστε ΕΔΩ ολόκληρο το άρθρο του Τάσου Τέλλογλου στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 26.5.2020, με τίτλο «Ο δύσκολος αιώνας μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας» & ΕΔΩ άρθρο - διόρθωση του δημοσιογράφου.
Η άγνωστη ιστορία του Κεφαλονίτη στρατηγού Κωνσταντίνου Σπ. Ρόκου, ήρωα του Αλβανικού μετώπου, ο οποίος ως Γενικός Επιθεωρητής Νομαρχιών Θεσσαλίας, με έδρα το Βόλο, έσωσε στα μαύρα χρόνια της Κατοχής 1.500 καταδιωκόμενους Εβραίους, σε αντίθεση με τα όσα έπραξαν άλλοι Γενικοί Επιθεωρητές άλλων περιοχών της χώρας και ιδιαίτερα της Μακεδονίας.
Ο Κωνσταντίνος Ρόκος (1886 – 1968), που κατάγονταν από την Άσσο της Κεφαλλονιάς, υπηρέτησε ως έφεδρος αξιωματικός στον Ελληνικό Στρατό και πήρε μέρος στην προέλαση για την απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Ηπείρου, το 1912-1913, ενώ διακρίθηκε ιδιαίτερα στη μάχη στο Μπιζάνι, που υπήρξε η σημαντικότερη σύγκρουση του Α΄ Βαλκανικού πολέμου. Στη συνέχεια, ως γενικός αρχίατρος του Ελληνικού στρατού και στρατηγός, μετείχε στις μάχες για την απόκρουση της εισβολής των φασιστικών ιταλικών στρατευμάτων το 1940.
Το 1943, τοποθετήθηκε από την κατοχική κυβέρνηση της Αθήνας ως Γενικός Επιθεωρητής Νομαρχιών Θεσσαλίας και από τη θέση αυτή, τίμησε τη θέση του Έλληνα στρατηγού, ορθώνοντας το ανάστημά του εναντίον των βανδάλων του Ναζισμού, για να σώσει αθώους Έλληνες Εβραίους από τον άδικο φριχτό θάνατο στα κρεματόρια του Χίτλερ. Εκείνη την περίοδο, η Θεσσαλία δέχονταν τα κύματα των προσφύγων από τη Βόρεια Ελλάδα που προσπαθούσαν να προωθηθούν προς το νότο της χώρας και την Αθήνα για να σωθούν.
Περισσότερα: ΈΝΑΣ ΚΕΦΑΛΟΝΙΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΠΟΥ ΕΣΩΣΕ 1.500 ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ
Α.Π.Ε. 25.5.2020, της Σοφίας Παπαδοπούλου. Έζησε «548 ημέρες με άλλο όνομα», σχεδόν ενάμιση χρόνο μέσα στην απόλυτη σιωπή, σ' ένα διαμέρισμα του τρίτου ορόφου στην οδό Τσιμισκή 113, με μοναδική διέξοδο στα παιδικά της όνειρα το ημερολόγιο που κρατούσε, ενόσω η ίδια και η οικογένειά της κρύβονταν από τους ναζί. Και με την ...ταράτσα να είναι όχι απλώς χώρος παιχνιδιού αλλά «...ο κόσμος μου όλος», όπως έλεγε.
Η Θεσσαλονικιά Άννα Φρανκ -όπως την αποκάλεσαν- Ροζίνα Ασσέρ Πάρδο, προτού καλά καλά συμπληρώσει δέκα χρόνια ζωής βρέθηκε μαζί με την οικογένειά της να κρύβεται στο διαμέρισμα της οικογένειας του γιατρού Γιώργου Καρακώτσου και της συζύγου του Φαίδρας, προκειμένου να γλιτώσει από τα στρατόπεδα θανάτου του Γ' Ράιχ, όπου οδηγήθηκε η συντριπτική πλειονότητα των εβραίων πολιτών της Θεσσαλονίκης.
«Έφυγε» στις 16 Μαΐου 2020 από τη ζωή, σχεδόν πλήρης ημερών, αλλά και με ψυχική πληρότητα θα έλεγε κανείς, αφού είχε προλάβει τόσο να καταγράψει όλα όσα βίωσε στο βιβλίο της «548 ημέρες με άλλο όνομα» (σ.σ. μεταξύ άλλων έχει μεταφραστεί και στα γερμανικά από το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου) όσο και να μιλήσει για τη φρίκη των ημερών και το Ολοκαύτωμα σε εκατοντάδες παιδιά -και όχι μόνο- προκειμένου να διασφαλίσει πως «ποτέ ξανά» δεν θα επαναληφθούν τέτοια ειδεχθή εγκλήματα.
Διάφορα αντικείμενα ανακαλύφθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουσβιτς τα οποία είχαν κρύψει οι κρατούμενοι.
Τα αντικείμενα βρέθηκαν κατά τη διάρκεια εργασιών συντήρησης στο Άουσβιτς, τις οποίες είχε αναλάβει η Αυστρία με την ευκαιρία μιας εθνικής έκθεσής της.
Στις 21 Απριλίου «βρήκαμε κουταλάκια, μαχαίρια, πιρούνια, κομμάτια από παπούτσια» κρυμμένα σε μια καμινάδα στο Μπλοκ 17 του Άουσβιτς, ανέφερε η γενική γραμματέας του Εθνικού Αυστριακού Ταμείου για τα θύματα του ναζισμού, Χάνα Λέσινγκ.
«Αυτά τα εργαλεία που φυλάσσονταν μακριά από τα βλέμματα των Ες-Ες, ίσως να τα χρησιμοποιούσαν οι τσαγκάρηδες στο πλαίσιο της προετοιμασίας κάποιας απόδρασης ή, απλούστατα, για να τρώνε» εξήγησε η Λέσινγκ. Τα αντικείμενα αυτά παραδόθηκαν στην υπηρεσία συντήρησης του μουσείου του Άουσβιτς, με την ελπίδα ότι θα ρίξουν λίγο φως στις συνθήκες διαβίωσης στο στρατόπεδο του θανάτου. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν βρεθεί πολλά κρυμμένα αντικείμενα σε διάφορα σημεία του στρατοπέδου.
Περισσότερα: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΚΡΥΨΕΙ ΟΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΙ ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΣΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΚΟ ΆΟΥΣΒΙΤΣ
Του Νίκου Παπαδογιάννη, gazzetta, 8.5.2020
H ανθρωπότητα έζησε και εξακολουθεί να ζει μία συνθήκη σχεδόν πρωτόγνωρη, αλλά οι παλιοί αρνούνται να χρησιμοποιήσουν τη λέξη «πόλεμος» για να την περιγράψουν. Μπορεί η πανδημία να αφήνει πίσω της πτώματα, θρήνο, προσφυγιά και ίσως πείνα, αλλά δεν επιβάλει τον νόμο της με όπλα, βόμβες και κανόνια.
Πάνω απ’ όλα, δεν περιλαμβάνει γενοκτονίες και στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σαν σήμερα πριν από 75 χρόνια, άφησε πίσω του περισσότερους από 70 εκατομμύρια νεκρούς και λαούς ολόκληρους ξεκληρισμένους. Ο άμαχος πληθυσμός πλήρωσε φόρο αίματος αβάσταχτα βαρύ.
H Eλλάδα των 7,2 εκατομμυρίων κατοίκων θρήνησε 420.000 ψυχές μέσα στη λαίλαπα του Πολέμου. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως Εβραίοι, μαρτύρησαν μέσα στα ναζιστικά στρατόπεδα του θανάτου, από την Πολωνία και τη Γερμανία μέχρι το Χαϊδάρι, δύο βήματα από το σπίτι μου.