Στις 3.6.2018, στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ δημοσιεύθηκε βιβλιοκρισία του Προέδρου της Ι.Κ. Ιωαννίνων και μέλους του Δ.Σ. ΚΙΣΕ Δρος Μωϋσή Ελισάφ, για το βιβλίο της Ρίκας Μπενβενίστε «ΛΟΥΝΑ».
Το Ολοκαύτωμα όπως το έζησε η Λούνα
Στην κοντή μνήμη των λαών συχνά οι πραγματικοί δημιουργοί λησμονιούνται, ενώ οι ταραξίες επιπλέουν και επιβιώνουν. Ποιος θυμάται, για παράδειγμα, τον αρχιτέκτονα του ναού της Εφέσου, ο οποίος ναός, ως γνωστόν, ήταν ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου; Κανένας. Ο Ηρόστρατος όμως που τον έκαψε έμεινε στην Ιστορία. Κοιτώντας την Ιστορία από πάνω, οι κατά καιρούς Ηρόστρατοι δεν χάνονται ποτέ. Οι λαοί όμως, ίσως και για τον λόγο αυτό, ξαναζούν τον εφιάλτη των κάθε είδους Ηρόστρατων.
Στις 3.4.2018 δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ άρθρο της Μαρίας Ριτζαλέου με τίτλο "ΑΟΥΣΒΙΤΣ ΝΟ 115365 Έφυγε ο άνθρωπος που "ξετρύπωσε" τον Μαξ Μέρτεν" με αφορμή το θάνατο του 93χρονου Ρόμπυ Βαρσάνο που επέζησε του Ολοκαυτώματος. ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Για το θάνατο του ΡΟΜΠΥ ΒΑΡΣΑΝΟ ο Πρόεδρος της Βουλής εξέφρασε τα συλλυπτηρία του με το κάτωθι Δελτίο Τύπου που αναρτήθηκε στον ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων:
"Με θλίψη πληροφορήθηκε ο Πρόεδρος της Βουλής κ. Νικόλαος Βούτσης, το θάνατο του Ρόμπυ Βαρσάνο, του Εβραίου Θεσσαλονικιού που επέζησε του Ολοκαυτώματος και συνέβαλε στη σύλληψη του εγκληματία ναζί Μαξ Μέρτεν. Ο Πρόεδρος της Βουλής, δήλωσε:
«Εκφράζω τη θλίψη μου για την απώλεια του Ρόμπυ Βαρσάνο, που έφυγε λίγες ημέρες αφ’ ότου αποκαταστάθηκε στο πρόσωπό του η αλήθεια στους δρόμους της Θεσσαλονίκης. Ο ίδιος με επιστολή του προς το δημοτικό συμβούλιο της πόλης προ ημερών ευχαριστούσε για τη μετονομασία της οδού Αθανασίου Χρυσοχόου σε Αλμπέρτου Ναρ.
Ο Ρόμπυ Βαρσάνο, γράφτηκε στην ιστορία των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Ας κρατήσουμε παρακαταθήκη τα όσα αποτύπωσε στην τελευταία του επιστολή: «Εκείνες οι ιδεολογίες που αιματοκύλησαν την ανθρωπότητα, που εξόντωσαν εκατομμύρια στο όνομα της δήθεν υπεροχής δεν έχουν θέση εδώ σ’ αυτήν την πόλη», αλλά κατ’ επέκταση και γενικότερα στην κοινωνία μας»".
Ο επίλογος της μακραίωνης παρουσίας της εβραϊκής κοινότητας στα Γιάννενα άρχισε να γράφεται το πρωινό της 25ης Μαρτίου του 1944. Ο καθένας από τους 1.850 Γιαννιωτοεβραίους πήρε από μια βαλίτσα με τα πράγματά του, πήγε στην πλατεία Μαβίλη ή στο Ιτς Καλέ, ανέβηκε σε ένα από τα 80 φορτηγά… Και το ταξίδι χωρίς επιστροφή ξεκίνησε. Πολύ λίγοι γύρισαν ζωντανοί από τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Δείτε ΕΔΩ το μίνι ντοκιμαντέρ του Τύπου Ιωαννίνων typos-i.gr, σε συμπαραγωγή με Thimios Mantzios Photography
Πηγή: ιστότοπος www.typos-i.gr
Στις 18.3.2018 δημοσιεύτηκε στο DOCVILLE, το ένθετο περιοδικό της εφημερίδας DOCUMENTO, η μαρτυρία διάσωσης της Βικτωρίας Μπενουζίλιο, η οποία κατά την Κατοχή διασώθηκε επειδή κρύφτηκε σε αθηναϊκή οικογένεια.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Του Δημήτρη Δουλγερίδη, έντυπη έκδοση Εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ, 12.3.2018
Προδημοσίευση από τη νέα έκδοση με το αποκατεστημένο χειρόγραφο του θεσσαλονικού σεφαραδίτη εβραίου Μαρσέλ Νατζαρή, ο οποίος εργάστηκε ως ζόντερκομαντο στο Αουσβιτς - Μπιρκενάου και το έθαψε στον περίβολο του στρατοπέδου.
Πέρασε πολλές ημέρες βλέποντας τους Ναζί να διασκεδάζουν με ανθρώπους που έμπαιναν στα «ντους» ακούγοντας τις κραυγές τους. Γι' αυτό και υπέφερε από εφιάλτες στο υπόλοιπο της ζωής του. Αγαπούσε τη θάλασσα της γενέτειράς του Θεσσαλονίκης και την κουβαλούσε μέσα του, ακόμη και όταν «δούλευε στους νεκρούς» - μια φράση σπαρακτική με την οποία ο γιος του, Αλμπέρτος, περιγράφει την εργασία του ως ζόντερκομαντο στο Αουσβιτς - Μπιρκενάου το 1944. Ηταν ένας από τους ελάχιστους επιζώντες αυτής της ομάδας και έγραψε ένα από τα 9 χειρόγραφα που βρέθηκαν θαμμένα στον περίβολο των κρεματορίων του στρατοπέδου, γνωστά ως «κύλινδροι του Αουσβιτς», όπως σημειώνεται στην έκδοση «Χειρόγραφα, 1944 - 1947» που ανασυστήνει την ιστορία του (από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια στις 14/3). Ηταν ένας, αλλά έγραφε για την ψυχή εκατομμυρίων, όπως απαιτούσε η ουμανιστική «ψυχή» του Ταλμούδ:
«Μετά μισή ώρα ανοίγαμε τις πόρτες και άρχιζε η δουλειά μας. Μεταφέρναμε τα πτώματα των αθώων αυτών γυναικόπαιδων ώς τον ανεβατήρα που τους πήγαινε στον θάλαμο των φούρνων και από εκεί τους βάζανε στους φούρνους όπου έκαιγαν χωρίς τη βοήθεια καυσίμου ύλης λόγω του λίπους που έχουν. Από έναν άνθρωπο δεν έβγαιναν παρά 1/2 οκά περίπου στάχτη [...] την οποία οι Γερμανοί μάς ανάγκαζαν να την κοπανίσουμε, να την περάσουμε από ένα χοντρό κόσκινο και μετά το έπαιρνε ένα αυτοκίνητο και το ρίχνει στο ποτάμι που περνάει από κοντά μας, Βιστούλα, και έτσι εξαφανίζουν το κάθε ίχνος».