Με το ντοκιμαντέρ «Ιχνηλατώντας την εβραϊκή παρουσία στην Αλεξανδρούπολη του μεσοπολέμου», η ιστορικός Χρύσα Κουλιάκη, κέρδισε το 1ο βραβείο του 4ου Πανελλήνιου Διαγωνισμού Ιστορικού Ντοκιμαντέρ για Μαθητές και Εκπαιδευτικούς με θέμα: «Προσεγγίζουμε βιωματικά το παρελθόν: Αφηγήσεις από την οικογενειακή, την τοπική και τη σύγχρονη εθνική, ευρωπαϊκή και παγκόσμια ιστορία».
Η κα Κουκλιάκη Κουλιάκη, στο πλαίσιο των μεταπτυχιακών σπουδών της στο ΠΜΣ Ιονίου Πανεπιστημίου "Ιστορική έρευνα, Διδακτική και Νέες Τεχνολογίες" και της εκπόνησης σχετικής διπλωματικής εργασίας, πραγματοποίησε μεθοδική έρευνα σε ιστορικές και τοπικές πηγές της Αλεξανδρούπολης αναπαριστώντας την πορεία της ιστορίας μιας εβραϊκής κοινότητας για την οποία τα στοιχεία σπανίζουν. Δείτε εδώ το βίντεο.
του Κώστα Κουκουμάκα
Στις 28 Ιανουαρίου, με αφορμή τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος, ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης εκφώνησε μια ιστορική ομιλία στο λιμάνι της πόλης. Ήταν μια σπάνια, συναισθηματική ομιλία, με υψηλούς συμβολισμούς και σκληρές αλήθειες για το κομμάτι από τα σπλάχνα της Θεσσαλονίκης που εξοντώθηκε στα ναζιστικά στρατόπεδα. «Ποιοι θρήνησαν το 1945 τους εξαφανισμένους γείτονές τους; Ποια μνημεία στήθηκαν; Ποιες τελετές έγιναν; Μόνη η κοινότητα, καθημαγμένη και ρακένδυτη, πάλευε να ανασυστήσει την ύπαρξή της και να θρηνήσει τους νεκρούς της. Η πόλη, η κοινωνία, η χώρα ολόκληρη, αδιαφόρησαν. Κρύφτηκαν πίσω από το δάχτυλό τους. Έκαναν πως δεν ήξεραν τι συνέβη, ποιος το έκανε, ποιος βοήθησε, ποιος προστάτευσε όταν άλλοι, πολλοί, γκρέμιζαν, έκαιγαν, έκλεβαν, καταλάμβαναν τον χώρο και τα υπάρχοντα των πολλών απόντων και των λιγοστών παρόντων», είπε ο κ. Μπουτάρης, κάνοντας αίσθηση με τον τολμηρό του λόγο.
Λίγες ημέρες μετά, το «Κ» προσπάθησε να ανιχνεύσει τον αντίκτυπο της ομιλίας στους ανθρώπους που τους αφορούσε περισσότερο: στα μέλη της Ισραηλιτικής Κοινότητας της Θεσσαλονίκης. Όχι όμως μέσα από τους επιζώντες του Ολοκαυτώματος, αλλά μέσα από τα μάτια των σημερινών νέων Ελλήνων Εβραίων που ζουν και εργάζονται στην πόλη. Τους συναντήσαμε στον χώρο εργασίας τους και προσπαθήσαμε να κατανοήσουμε τον βαθμό σύνδεσής τους με το τραυματικό παρελθόν και επίσης με τη θρησκεία. Πώς βίωσαν οι ίδιοι την ομιλία του δημάρχου; Πόσο δραστήρια και διακριτή είναι σήμερα η Ισραηλιτική Κοινότητα στην πόλη τους; Γιατί είναι σημαντική η κατασκευή του νέου Μουσείου Ολοκαυτώματος για την ανάδειξη της πόλης σε σύγχρονο διεθνές τοπόσημο ιστορικής μνήμης και μελέτης για την κοινότητα; Ποιοι είναι οι νέοι άνθρωποί της και τι όνειρα κάνουν για το μέλλον;
Νόρα Κούνιο, 36 ετών και Λάρι Κούνιο, 29 ετών, επιχειρηματίες, φωτογραφικά και ηλεκτρονικά είδη
Ο κ. Μπουτάρης μίλησε για την ιστορική μνήμη σε μια πόλη η οποία, θάβοντας το παρελθόν της, έχασε ταυτόχρονα και την ταυτότητά της. Η ομιλία τίμησε τους μάρτυρες και τους επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος με έναν λογοτεχνικό και βιωματικό τρόπο, που άγγιξε τις καρδιές και τις μνήμες όλων μας.
Οι πρόγονοί μας εκδιώχθηκαν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης ( Άουσβιτς-Μπίρκεναου και Μπέργκεν-Μπέλζεν) και στην πλειονότητά τους εξοντώθηκαν. Από πολύ μικρή ηλικία μάθαμε την ιστορία του Ολοκαυτώματος και τη φριχτή πραγματικότητα που βίωσαν οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας, συζητώντας είτε σε οικογενειακά τραπέζια είτε σε εκδηλώσεις μνήμης των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας. Ως προς το θρησκευτικό ζήτημα, γιορτάζουμε όλες τις μεγάλες γιορτές, όπως την Πρωτοχρονιά και την ημέρα της εξιλέωσης, αλλά ακόμα και το Καμπαλάτ Σαμπάτ, την εβραϊκή προετοιμασία για την αργία του Σαββάτου.
Περισσότερα: «ΜΕΓΑΛΩΣΑΜΕ ΚΟΙΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΠΠΟΥΔΩΝ ΜΑΣ»
Στις 23.3.2018 δημοσιεύτηκε στο LIFO.GR συνέντευξη του προέδρου του ΚΙΣΕ και της Ι.Κ. Θεσσαλονίκης κ. Δαυίδ Σαλτιέλ με τίτλο «Μουσείο Ολοκαυτώματος: Η Θεσσαλονίκη επανορθώνει για τα λάθη της».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
Ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης και ο Πρόεδρος της Ι.Κ. Αθηνών Μίνος Μωϋσής ανέλυσαν εκ βαθέων τα ζητήματα του αντισημιτισμού στην Ελλάδα καθώς και την μεταπολεμική αποτύπωση της ιστορίας του Ολοκαυτώματος στη συλλογική συνείδηση, στη συζήτηση με την δημοσιογράφο Μαργαρίτα Πουρνάρα, στην εκδήλωση που διοργάνωσε ο ΙΑΝΟΣ στη σειρά «Απρόβλεπτες συναντήσεις» (7.2.2018). Δείτε εδώ όλη τη συζήτηση από το κανάλι του ΙΑΝΟΥ στο YouTube.
του ΛΕΟΝ ΣΑΛΤΙΕΛ*
Πριν από εβδομήντα πέντε χρόνια σαν σήμερα, κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής της χώρας, ξεκίνησε η καταστροφή του ιστορικού εβραϊκού νεκροταφείου της Θεσσαλονίκης. Το νεκροταφείο είχε ιδρυθεί στην αρχαιότητα, και παραμονές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου περιλάμβανε περί τους 500.000 τάφους σε μια έκταση 350 στρεμμάτων κοντά στο κέντρο της πόλης. Μέσα σε μερικές εβδομάδες, «η τεράστια νεκρόπολις … εμφανίζει τότε το θέαμα μιας πόλεως που βομβαρδίσθηκε σφοδρά ή που καταστράφηκε από έκρηξιν ηφαιστείου». Σύμφωνα με μια έκθεση του Αμερικανού προξένου στην Κωνσταντινούπολη, «πρόσφατα θαμμένοι νεκροί ρίχθηκαν στα σκυλιά».
Η πράξη αυτή δεν ήταν μια καθαρά γερμανική πρωτοβουλία. Αλλωστε, μπορεί κανείς να δει μέχρι και σήμερα εβραϊκά νεκροταφεία στο κέντρο του Βερολίνου. Η πρωτοβουλία ήρθε από τις τοπικές αρχές, οι οποίες από καιρό είχαν προσπαθήσει να απομακρύνουν το νεκροταφείο από τη θέση του. «Κι έπρεπε να έρθει η καταραμένη τούτη γερμανική κατοχή, όπου, με τη συνέργεια μιας ειρωνικής μοίρας, βρήκε τη δραματική του λύση τούτο το παλιό άλυτο πρόβλημα της Θεσσαλονίκης», σύμφωνα με τα λόγια του Θεσσαλονικιού διανοουμένου Γεώργιου Βαφόπουλου. Στη θέση του σήμερα είναι χτισμένο το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Η καταστροφή ήταν μεγάλο τραύμα για την εβραϊκή κοινότητα. Αφαίρεσε τις συμβολικές ρίζες των Εβραίων κατοίκων από τη γενέτειρά τους. Οι ίδιοι υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες του ιερόσυλου γεγονότος της καταστροφής των τάφων των προγόνων τους. Τέλος, αυτή η καταστροφή θεμελίωσε τη σύμπτωση των συμφερόντων μεταξύ των γερμανικών και των τοπικών αρχών, στον βαθμό που χαρακτηρίστηκε ως «προάγγελος της γενικής μετ’ ολίγον καταστροφής ολοκλήρου της Ισραηλιτικής Κοινότητος Θεσσαλονίκης, του πολυπληθεστέρου κέντρου του Εβραϊσμού της Ανατολής». Πράγματι, μετά από λίγους μήνες ξεκίνησε η μεταφορά της συντριπτικής πλειοψηφίας του εβραϊκού πληθυσμού της πόλης, περί των 46.000 ψυχών, στο στρατόπεδο εξόντωσης του Αουσβιτς-Μπιρκενάου.