ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 29.1.2017, «Το τραύμα της Δεύτερης Γενιάς του Ολοκαυτώματος», του Γιάννη Παπαδόπουλου:
Ήταν μικρό κορίτσι όταν παρατήρησε στο χέρι της μητέρας της χαραγμένο έναν αριθμό. «Τι θέλεις να μάθεις τώρα; Ένα νούμερο τηλεφώνου είναι», της είχαν πει τότε για να ικανοποιήσουν την παιδική της περιέργεια. Όμως τα χρόνια περνούσαν, ο αριθμός δεν έσβηνε και οι απορίες πλήθαιναν. Γιατί το βίωσαν αυτό; Ποιοι τους πρόδωσαν; Πώς επέζησαν; Κάποια στιγμή η μητέρα της Άννας Καμπελή έλυσε τη σιωπή της. Περιέγραψε τα τρένα, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και την ημέρα της διαλογής στο Άουσβιτς, όταν τη χώρισαν για πάντα από την οικογένειά της.
«Δεν μιλούσε εύκολα τα πρώτα χρόνια, όπως δεν μιλούσαν και άλλοι. Ίσως γιατί προσπαθούσαν να μας προστατέψουν», λέει στην «Κ» η κ. Καμπελή. Και οι δύο γονείς της, Έλληνες Εβραίοι από τα Ιωάννινα και την Αθήνα, επέζησαν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, με αφορμή τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης Θυμάτων Ολοκαυτώματος, την 27η Ιανουαρίου, οι ιστορίες εκτελεσθέντων και επιζησάντων έρχονται και πάλι στο προσκήνιο. Υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά: αυτή των απογόνων των θυμάτων, που κουβαλούν εδώ και δεκαετίες το βαρύ φορτίο των αναμνήσεων.
Πώς είναι να μεγαλώνει κάποιος σε ένα σπίτι με αυτό το παρελθόν; Να μην έχει εκτεταμένο οικογενειακό δίκτυο; Να προσπαθεί να κατανοήσει γιατί στόχευσαν τους οικείους του; Από τη δεκαετία του ’60 έχουν πραγματοποιηθεί διεθνώς εκατοντάδες επιστημονικές μελέτες για το πώς το τραύμα του Ολοκαυτώματος ταξιδεύει από γενιά σε γενιά. Στην περίπτωση της κ. Καμπελή, το παρελθόν των γονιών της φόρτωσε τους παιδικούς της ώμους με μια βαριά αίσθηση ευθύνης.
Περισσότερα: Το τραύμα της Δεύτερης Γενιάς του Ολοκαυτώματος
«Γνωρίζουμε; Θυμόμαστε; Διδασκόμαστε;» Ηταν ο τίτλος της χθεσινής εκδήλωσης για τον εορτασμό της Ημέρας Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος στην Αθήνα, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Κέντρο Πολιτισμού του Ελληνικού Κόσμου με σύσσωμη την παρουσία της εβραϊκής κοινότητας, αλλά και των εκπροσώπων της ελληνικής πολιτείας. Χαιρετισμό απηύθυνε η περιφερειάρχης Ρένα Δούρου, η πρέσβης του Ισραήλ Ιρίτ Μπεν Αμπα, ο πρόεδρος του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδος Δαυίδ Σαλτιέλ και ο πρόεδρος της Ισραηλιτικής Κοινότητας Αθηνών, Μίνος Μωυσής. Κεντρικός ομιλητής ήταν ο πρόεδρος του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συνεδρίου, κ. Ρόναλντ Λόντερ, που αισθάνθηκε την ανάγκη να ευχαριστήσει τους Ελληνες Δικαίους των Εθνών με τις ηγετικές μορφές του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού και του δημάρχου και του μητροπολίτη Ζακύνθου που έσωσαν εκατοντάδες ψυχές κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο... ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ.
Η Ελληνική Δημοκρατία, με εκπρόσωπο την περιφερειάρχη Αττικής Ρένα Δούρου, και η Ισραηλιτική Κοινότητα της Αθήνας με τον πρόεδρό της Μίνο Μωυσή τιμούν σήμερα στην Αθήνα την Ημέρα Μνήμης Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος, σε εκδήλωση με κεντρικό ομιλητή τον Ρόναλντ Λοντέρ, πρόεδρο του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συμβουλίου.
Στο τριπλό ερώτημα που θέτουν ως τίτλο της σημερινής εκδήλωσης οι διοργανωτές («Γνωρίζουμε; Θυμόμαστε; Διδασκόμαστε;») η απάντηση δυστυχώς είναι μια τριπλή άρνηση. Παρά το γεγονός ότι η χώρα μας ήταν εκείνη που είδε τον εβραϊκό της πληθυσμό να αφανίζεται σε μεγαλύτερο ποσοστό από τις περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές χώρες στα ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης, ακόμα και σήμερα η γνώση μας για τη Σοά είναι υποτυπώδης, η μνήμη μας λειψή και η σχετική διδασκαλία στα σπάργανα. Το χειρότερο είναι ότι, σύμφωνα με όλες τις έρευνες της κοινής γνώμης κατά τις τελευταίες δεκαετίες, παραμένει σταθερό -αν δεν αυξάνεται κιόλας- το ποσοστό των Ελλήνων πολιτών που τρέφουν εχθρικά αισθήματα απέναντι στους Εβραίους και τον εβραϊσμό, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον δυτικοευρωπαϊκό μέσο όρο. Άλλωστε ακόμα και η ύπαρξη ενός ανοιχτά ναζιστικού μορφώματος στην ελληνική Βουλή επιβεβαιώνει την ανοχή μιας μερίδας της ελληνικής κοινωνίας στα αντισημιτικά κηρύγματα... ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ.
του ΑΛΕΚΟΥ ΡΑΠΤΗ, Ηπειρωτικός Αγών, 28.1.2017
Ο ταγματάρχης Γκούσταβ Βίλλυ Χάφρανεκ (Gustav Willy Havranek) υπήρξε ο υπεύθυνος γερμανός αξιωματικός που έδωσε τις κατευθυντήριες οδηγίες στα Γιάννενα, για τον εκτοπισμό των μελών της Εβραϊκής Κοινότητας Ιωαννίνων, εκείνη την τραγική ημέρα, στις 25 Μαρτίου 1944.
Παρόλα αυτά, αρκετά χρόνια αργότερα, μετά το πέρας του πολέμου, σε μια σειρά ανακρίσεων που διενήργησε η γερμανική εισαγγελική αρχή της Βρέμης το 1968, ο Χάφρανεκ αρνήθηκε τα πάντα και δήλωσε αθώος.
Ο φάκελος της ανάκρισης περιέχεται στο βιβλίο του γερμανού ιστορικού Christoph Schminck Gustavus «Μνήμες κατοχής ΙΙ». Στο ανακριτικό υλικό ο «κατηγορούμενος» γερμανός αξιωματικός αναφέρει: «…Από το 1943 ήμουνα ταγματάρχης της Αστυνομίας. Αυτόν τον βαθμό είχα και στα Γιάννενα. Κύριο καθήκον μου ήταν να λειτουργώ ως συνδετικός κρίκος μεταξύ της Βέρμαχτ και της Ελληνικής Αστυνομίας… Θα ήθελα να πω ότι κύριο μέλημά μου ήταν να διατηρώ μέσω του ασυρμάτου τις επαφές ανάμεσα στη Βέρμαχτ και την Ελληνική Αστυνομία…
Θυμάμαι την «επιχείρηση Εβραίοι» στα Γιάννενα. Κατά την γνώμη μου διεξήχθη τον Μάρτιο του 1944, γιατί έφτασα στα Γιάννενα μόλις στα μέσα Φεβρουαρίου του ιδίου έτους. Το βράδυ της παραμονής αυτής της «μετοίκησης των Εβραίων», ανώτεροι διοικητές των SS και της Αστυνομίας από την Αθήνα, επικοινώνησαν μέσω ασυρμάτου μαζί μας… Κατόπιν ειδοποιήθηκε από εμένα η Ελληνική Χωροφυλακή η οποία θα ήταν υπεύθυνη για την εφαρμογή των μέτρων.
Ενημέρωσα την Ελληνική Χωροφυλακή σχετικά με αυτά που έπρεπε ακριβώς να κάνει και ότι η Βέρμαχτ θα διέθετε τα μεταφορικά μέσα , όπως μου είχαν πει με το ραδιοτηλεγράφημα. Όλα ήταν με τάξη κατανεμημένα…
Οι διοικητές των εμπλεκομένων μονάδων, δηλαδή της Βέρμαχτ, της Μυστικής Στρατονομίας, της Γερμανικής Χωροφυλακής και της Ελληνικής Αστυνομίας, ήταν οι ίδιοι οι υπεύθυνοι για τις δραστηριότητές τους…
Περισσότερα: ΑΠΌ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
Με αφορμή την Ημέρα Μνήμης για τη γενοκτονία των Εβραίων από τους ναζί, η ιστορικός και μεταφράστρια Οντέτ Βαρών-Βασάρ, ιδρυτικό μέλος της Εταιρίας Μελέτης Ελληνικού Εβραϊσμού, καθηγήτρια στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και συγγραφέας του βιβλίου Η Ανάδυση μιας Δύσκολης Μνήμης (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, β' έκδοση 2013) μιλά στο LIFO.gr για τη δυσκολία ανάδυσης και συγκρότησης αυτής της μνήμης, καθώς και την αναγκαιότητα ανάδειξης και διατήρησής της.
Από τον Θοδωρή Αντωνόπουλο
Η γενοκτονία των Εβραίων της Ευρώπης υπήρξε το κορυφαίο ναζιστικό έγκλημα, όχι μόνο για την έκταση του διωγμού και τον αριθμό των θυμάτων (5.5-6 εκ. ψυχές), ούτε για την ανατριχιαστικά επιστημονική μεθοδολογία με την οποία συντελέστηκε: Η πλέον απεχθής πλευρά της ήταν ο συστηματικός «εξοστρακισμός» μιας ολόκληρης πληθυσμιακής ομάδας από το ανθρώπινο είδος με μόνο κριτήριο την υποτιθέμενα κατώτερη φυλετική καταγωγή της, γεγονός που επέτρεψε στους θύτες να εκφράσουν και να προβάλλουν στα ανυπεράσπιστα θύματά τους τα χειρότερα ανθρώπινα ένστικτα. Πρόκειται για μια μνήμη που δεν αφορά μόνο έναν λαό αλλά συνολικά την ανθρωπότητα αφού σημάδεψε ανεξίτηλα την ηθική και πολιτισμική της υπόσταση, την εξελικτική της πορεία καθαυτή. Γιατί πραγματικά «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος», όπως τιτλοφορείται η εμβληματική μαρτυρία του Πρίμο Λέβι για τη Shoah, τότε όλες οι φιλοσοφικές, ηθικές και υπαρξιακές αναζητήσεις του είδους μας ανά τους αιώνες, τα πολιτιστικά μας επιτεύγματα, οι θεοί που δημιουργήσαμε προσπαθώντας να ορίσουμε το άφατο απλά ακυρώνονται. Αυτό είναι που κάνει τόσο σημαντική τη διατήρηση αυτής της συλλογικής μνήμης ενάντια όχι μόνο στη λήθη του χρόνου αλλά και τις απόπειρες αμφισβήτησης αυτού που έγινε ευρύτερα γνωστό ως Ολοκαύτωμα σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον που ευνοεί την καλλιέργεια ρατσιστικών ιδεών και πρακτικών.
Η ελληνική εβραϊκή κοινότητα ήταν από εκείνες που πλήρωσαν το μεγαλύτερο τίμημα, αφού σχεδόν αφανίστηκε μεταξύ 1941-1944. Η μνήμη της εξόντωσης 60.000 Ελλήνων Εβραίων (87% του συνολικού τους πληθυσμού) ήταν από τις τελευταίες που αναδύθηκαν σε μια χώρα που ακόμα και οι μνήμες της αντίστασης ήταν για δεκαετίες εξοβελισμένες εξαιτίας του εμφυλίου. Με τη συνομιλήτριά μου, η οποία επίσης διευθύνει από το 2011 εκπαιδευτικό σεμινάριο για την ιστορία, τη μνήμη και τις αναπαραστάσεις της γενοκτονίας των Εβραίων της Ευρώπης στο Εβραϊκό Μουσείο Ελλάδας συζητήσαμε για τις περιπέτειες του ελληνικού εβραϊσμού στην Κατοχή, το νόημα της σημερινής Ημέρας Μνήμης, τις αιτίες της «καθυστέρησης» και τα σημαντικά βήματα που γίνονται τα τελευταία χρόνια στην ανάδειξη και τη θεσμική αναγνώρισή της με τη διοργάνωση εκδηλώσεων, την κατασκευή μνημείων, την έστω στοιχειώδη έντάξή της στην εκπαίδευση, το αυξημένο ενδιαφέρον των ΜΜΕ κ.λπ., κάτι ενθαρρυντικό σε μια χώρα όπου το ίδιο πάνω-κάτω διάστημα ένα κόμμα με σαφείς ναζιστικές και αντισημιτικές καταβολές αναδείχθηκε τρίτη πολιτική δύναμη, όπου ο αντισημιτισμός στον δημόσιο λόγο δεν σπανίζει και όπου οι βανδαλισμοί εβραϊκών μνημείων είναι είδηση «ρουτίνας». Η ίδια πάντως είναι πολύ προσεκτική στις διατυπώσεις της αποφεύγοντας αγκυλώσεις, απλοποιήσεις και γενικεύσεις καθώς θεωρεί ότι μια ψύχραιμη, αντικειμενική προσέγγιση είναι πιο ουσιαστική, γόνιμη και αποτελεσματική.
Στις 29.1.2017 δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ το παρακάτω άρθρο της Ιωάννας Φωτιάδη με τίτλο Μια συνάντηση που άργησε... σχετικά με την ιστορία διάσωσης της οικογένειας του Ισαάκ Ελιέζερ.
Ο Βίκτωρ, η Σοφία-Μαρία και η Γεωργιάννα συνομιλούν ζωηρά, κάνουν αστεία και λένε αλήθειες κοιτάζοντας ευθεία στα μάτια – χωρίς, όμως, να είναι οι τρεις τους φίλοι ή συγγενείς με τη συμβατική έννοια. Είναι απόγονοι δύο οικογενειών στις οποίες η γερμανική κατοχή άφησε ανεξίτηλο σημάδι και η Ιστορία έφερε κοντά με έναν μεταφυσικό τρόπο. Ο Βίκτωρ, πρωτότοκος γιος του Ισαάκ Ελιέζερ, είναι απόγονος μιας από τις εβραϊκές οικογένειες που διασώθηκαν από τη θηριωδία των ναζί. Η Σοφία-Μαρία και η Γεωργιάννα Μωραΐτου είναι εγγονές της Μαρίας Δημάδη, ηρωίδας της Αντίστασης, που έσωσε τον πατέρα του Βίκτωρα, αλλά εκτελέστηκε δύο εβδομάδες πριν από την απελευθέρωση της πόλης της, του Αγρινίου. «Εχουμε συναντηθεί μόνον τρεις φορές, αλλά νιώθω μεγάλη οικειότητα», λέει συγκινημένος στην «Κ» ο Βίκτωρ, που τονίζει ότι εκπλήρωσε ένα χρέος, κληρονομημένο από τον πατέρα του. Για τις δύο γυναίκες η εν λόγω συνάντηση ενδυναμώνει τον σύνδεσμο με μια γιαγιά που γνώρισαν μόνο μέσα από διηγήσεις και ολοκληρώνει ένα «παζλ» που για δεκαετίες είχε μείνει ατελές. «Λυπάμαι μόνο που δεν κατορθώσαμε να βρεθούμε παλαιότερα, ώστε να συμμετάσχει σε αυτό και η 90χρονη σήμερα μητέρα μου, που πλέον πάσχει από άνοια», σημειώνει με πικρία η πρωτότοκη κόρη, Σοφία-Μαρία.
Το διαφορετικό επίθετο και η απομάκρυνση από το Αγρίνιο δυσχέραιναν για δεκαετίες μια «αναγνώριση», που παραπέμπει σε αρχαία τραγωδία. Η λύση δόθηκε τον περασμένο Οκτώβριο, όταν ο Βίκτωρ έλαβε ένα μήνυμα στο Facebook από έναν κοινό φίλο. Μέσα σε λίγα 24ωρα συναντιούνται για πρώτη φορά, ενώ ακολουθεί μια ευρύτερη συνάντηση όλων των μελών των οικογενειών εκατέρωθεν. «Η ιστορία έχει αγγίξει πολύ την κόρη μου, που, αναζητώντας επιπλέον στοιχεία για την προγιαγιά της, μας έχει οδηγήσει και σε άλλους απογόνους ανθρώπων που σώθηκαν χάρη στην παρέμβαση της Δημάδη», σημειώνει η Γεωργιάννα.
Γόνος αστικής οικογένειας, η Μαρία Δημάδη, έχοντας επιστρέψει στο Αγρίνιο το 1939 από σπουδές Λογοτεχνίας στο Αμβούργο, έχει επιταχθεί ως γραμματέας και μεταφράστρια του Γερμανού φρούραρχου, ενώ έχει στήσει το «Κέντρο 3», το δίκτυο πληροφοριών του ΕΑΜ.
Περισσότερα: Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΑΣΩΣΗΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΙΣΑΑΚ ΕΛΙΕΖΕΡ